Παρασκευή, Μαρτίου 29, 2013

Μνήμη '21, σχολική γιορτή













Σπύρος Λαζαρίδης
Μνήμη ’21
Δεκέμβριος 2012-Μάρτιος 2013
1
(Εμφανίζεται στην σκηνή ένας ποδηλάτης με το ποδήλατό του στολισμένο με ελληνικές σημαίες).
ΡΩΜΙΟΣ: Είμαι ποδηλάτης. Αλήθεια σας λέω, είμαι ποδηλάτης χρόνια τώρα. Και όχι επειδή είμαι οικολόγος. Όχι. Επειδή είμαι Έλληνας.
ΡΩΜΙΑΚΙ: (Τον πλησίασε από πίσω του και τον περιεργαζόταν). Σιγά ρε μην είσαι ποδηλάτης επειδή είσαι Έλληνας. Είσαι ποδηλάτης επειδή… έχεις ποδήλατο. Ενώ ο Έλληνας… ούτε πατίνι πια. Τη ζωή ποδήλατο, μάλιστα.
ΡΩΜΙΟΣ: Αυτό ακριβώς λέω κι εγώ. Είμαι ποδηλάτης ακόμα κι όταν δεν έχω ποδήλατο.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Μήπως είσαι και Έλληνας ακόμα κι όταν δεν έχεις Ελλάδα;
ΡΩΜΙΟΣ: Α γεια σου! Κυρίως τότε. Και όταν δεν έχω Ελλάδα και όταν κινδυνεύω να μην έχω Ελλάδα.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Αυτό δεν γίνεται κύριος. Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει, δεν τη σκιάζει φοβερά καμιά. Όλοι οι χάρτες του κόσμου γράφουνε εκεί στην άκρη της Ευρώπης GREECE.
ΡΩΜΙΟΣ: Ξέρεις γεωγραφία λοιπόν. Ιστορία ξέρεις;
ΡΩΜΙΑΚΙ: Ξέρω.
ΡΩΜΙΟΣ: Τι ήταν το ’21;
ΡΩΜΙΑΚΙ: Αυτό δεν είναι ιστορία. Αριθμητική είναι. Τρεις εφτά εικοσιένα. Και τζόγος είναι. 21 κερδίζεις, 22 καίγεσαι. Blackjack για να στο κάνω πιο λιανά.
ΡΩΜΙΟΣ: Γελάσαμε. Το ’21 της ιστορίας εννοώ. Αν και μια χαρά τα είπες μέσα στην αφέλειά σου. Το ’21 κέρδισε η Ελλάδα, το ’22 κάηκε, είδε το Χριστό φαντάρο.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Σ’ ένα χρόνο τέτοια διαφορά;
ΡΩΜΙΟΣ: Εκατόν ένα για την ακρίβεια.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Με μπέρδεψες αδερφάκι μου. Από την αρχή. Έχει η ιστορία ένα μόνο ’21; Μόνο ένα ’22;
ΡΩΜΙΟΣ: Της Ελλάδας η ιστορία από ένα έχει. ΄22. 1922. Μικρασιατική Καταστροφή. Πρόσφυγες. ’21. 1821. Κολοκοτρώνης. Καραϊσκάκης. Μπουμπουλίνα. Μακρυγιάννης. Φιλική Εταιρεία.
ΡΩΜΙΑΚΙ: (Του κλείνει το μάτι). Ρήγας Φεραίος. Ως πότε παλικάρια θα ζούμε στα στενά.
(Τους περιτριγυρίζει μια χορωδία η οποία έχει ήδη ξεκινήσει το τραγούδι χορεύοντας χασαποσέρβικο στο ρυθμό του Θούριου από τον Χρήστο Λεοντή).

2
(Στο ρυθμό του χασαποσέρβικου έρχεται στη σκηνή μόνος του ο Καραγκιόζης ενώ αποχωρούν χορεύοντας οι χορωδοί).
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Βρε σε καλό μου, χόρεψα πάλι σήμερα. Κύριος τι γιορτάζετε για να χουμε καλό ρώτημα; Πού είναι ο μπουφές με τα κοψίδια; Πού σε ξέρω, πού σε ξέρω;
ΡΩΜΙΟΣ: Είμαι ο Ρωμιός.
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Καλά το κατάλαβα.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Κι εγώ;
ΡΩΜΙΟΣ: Το Ρωμιάκι.
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Από το Μεγάλο μας Τσίρκο, του Ιάκωβου Καμπανέλλη.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Μεγάλο με τρία άτομα δε λέει. Για σκέτο τσίρκο μας κόβω.
ΡΩΜΙΟΣ: Πρωτοπαίχτηκε μέσα στη χούντα το 1972. Τώρα, πάει κι η Τζένη Καρέζη, πάει κι ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, πάει κι ο Νίκος Ξυλούρης, πάει κι ο Καμπανέλλης.
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Πάει κι η χούντα όμως.
ΡΩΜΙΟΣ: Είπαμε να βγούμε από το έργο και να μιλήσουμε για το έργο.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Μόνο για ένα έργο θα μιλήσουμε;
ΡΩΜΙΟΣ: Όχι. Θα βάλουμε κι άλλα έργα μέσα. Αλλά εμείς είμαστε ήρωες του Μεγάλου Τσίρκου. Ενός έργου…
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: …με τραγούδια. Όπως τότε. Επειδή το τραγούδι είναι μια κουβέντα που τρελάθηκε. Κι ο τρελός έχει το ελεύθερο να λέει ότι θέλει.
ΡΩΜΙΟΣ: Και χορό, επειδή ο χορός είναι ένα τραγούδι που ξανατρελάθηκε.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Κι ο ξανατρελός ξαναλέει ότι ξαναθέλει, σωστόν;
ΡΩΜΙΟΣ, ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Σωστόν.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Αλλά θα χορεύουμε και θα τραγουδάμε για το ’21, έτσι; Το 1821.
ΡΩΜΙΟΣ: Λίγο πριν, λίγο μετά. Ξέρεις πόσα πράγματα έχουν να κάνουν με το 1821;
ΡΩΜΙΑΚΙ: Πολλά ε;
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τι έχουμε τώρα;
ΡΩΜΙΑΚΙ: Τώρα, τώρα; Ή τώρα, τότε που ανέβηκε το Μεγάλο Τσίρκο;
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Φτου σου, να μην αβασκαθείς. Φτυστός εγώ στην εξυπνάδα. Τώρα, τώρα!
ΡΩΜΙΑΚΙ: Δημοκρατία, φτώχεια, τρόικα, αλλά θα …ανακάμψωμεν!
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Έχουμε και σύνταγμα.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Πλατεία Συντάγματος, έξω από τη Βουλή, όπου πέφτει κι από κανένα δακρυγόνο, καμία γκλομπιά άμα λάχει κι έχει διαδήλωση. Κανένα καμάκι στα τσολιαδάκια άμα έχει τουρίστριες….
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Βρε φτου σου και πάλι φτου σου! Άκου να μαθαίνεις, άκου!
 (Ξεκινάει η 3η Σεπτέμβρη και αμέσως μετά το Φίλοι κι αδέρφια από το Μεγάλο μας τσίρκο. Μπαίνει ο λαός-χορωδία και διαδηλώνει. Ξεχωρίζουν 4 άτομα και παριστάνουν τις Μεγάλες Δυνάμεις).

3
ΡΩΜΙΑΚΙ: Ωραία πράγματα. Στις 3 του Σεπτέμβρη ζήτησε ο λαός Σύνταγμα κι εμείς δίνουμε ραντεβού στα σκαλάκια της πλατείας και δεν πάει ο νους μας. Και δε μου λες, δε μου λες, να σου κάνω μία ερώτηση;
ΡΩΜΙΟΣ, ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Και δεν κάνεις;
ΡΩΜΙΑΚΙ: Και ποιοι πολέμησαν το 1821 για να έχουμε Σύνταγμα το… Πότε είπαμε πως ζητήσαμε Σύνταγμα;
ΡΩΜΙΟΣ: Το 1843. Και πολέμησαν οι καπεταναίοι του Μοριά και της Ρούμελης, τα ναυτάκια και οι μπουρλοτιέρηδες του Αιγαίου, οι κλέφτες και οι αρματωλοί. Όπως παλιά ο Διγενής Ακρίτας.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Ααα. Κι αυτοί που έλεγαν πριν από λίγο να το δώσουν ή να μην το δώσουν; Αυτοί οι Αγλογαλλοαυστρορώσοι μας το έδωσαν; Εμείς μόνοι μας δεν μπορούσαμε να το αποκτήσουμε;
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Εμείς αποκτήσαμε Βασιλέα. Και Βασίλισσα. Όθωνας και Αμαλία.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Λεωφόρος Αμαλίας, ξέρω ξέρω. Και η 3η Σεπτεμβρίου δρόμος και το Σύνταγμα πλατεία και η Αμαλία λεωφόρος.
ΡΩΜΙΟΣ: Έτσι είναι το ρωμέικο. Άλλοι πολεμάνε και χύνουν αίμα κι άλλοι διαφεντεύουν και κυβερνάνε. Από πάντα μωρέ…
ΡΩΜΙΑΚΙ: …αλλά όχι για πάντα, όχι για πάντα! Δε μου λες, δε μου λες να σου ξανακάνω μία ερώτηση;
ΡΩΜΙΟΣ: Ξανακάνε.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Αν κατάλαβα καλά δηλαδή. Όλοι έγιναν δρόμοι, αλλά όλοι δεν είναι καλοί, εεε;
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Βρε φτυστό η αφεντομουτσουνάρα μου. Φτου σου, παιδί μου, φτου σου.
ΡΩΜΙΟΣ: Όπως τα λες. Στις 3 του Σεπτέμβρη ο λαός και οι αγωνιστές του 1821 ζητήσανε Σύνταγμα από τον Βασιλιά Όθωνα και τη Βασίλισσα Αμαλία. Αλλά αυτοί άλλο τρόπο είχανε.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Ευρωπαϊκό.
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ξουράφι το μυαλουδάκι του. Ρε Ρωμιέ, ναν του δείξουμε ένα αυθεντικό σκετσάκι από το Μεγάλο μας Τσίρκο. Με τους καπεταναίους και τους αυλικούς. Εγώ Γραμματέας, εσύ Καπετάνιος. Πάμε;
ΡΩΜΙΟΣ: Πάμε, Καραγκιόζο, πάμε.
(Οι χορευτές κάνουν δύο ομάδες. Μία με καπεταναίους, μία με γραφιάδες. Ο Γραμματέας χαιρετάει όλους τους γραφιάδες και μερικούς από τους καπεταναίους. Επιστρέφει στο μικρόφωνο).
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Είμεθα οι απεσταλμένοι του Βασιλέως!
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: (Άλλοτε μιλάει στον Γραμματέα και άλλοτε στρίβει το κεφάλι και μιλάει στον αόρατο Βασιλιά). Δεν πειράζει γιε μου! Σήμερα είμαστε ούλοι μεθυσμένοι από χαρά. Μέσα στην παραζάλη ούλοι κάνομε λάθη! Μιλημένα συγχωρεμένα.
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Τι λάθος λέει, δεν καταλαβαίνω.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Λέω, που άλλους καπεταναίους χαιρέτησες κι άλλους τους άφηκες με το χέρι να κρέμεται σαν κουλό. Από τους γραφιάδες όμως της διοίκησης δεν άφηκες κανέναν αχαιρέτηγο. Δεν πειράζει Βασιλέα μου! Ο Θεός να σου δίνει χρόνια κι όλα θα φτιάξουνε!
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Άκουσέ μας τώρα…
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Τι ν’ ακούσω;
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Ο Βασιλέας ερωτά τι χάρη θέλεις να σου κάμει;
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: …ρωτάει εμένα;
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Τι χάρη θέλεις απ’ τη μεγαλειότητά του;
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: …τι πάει να πει χάρη;
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Εύνοια.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: …τι πάει να πει εύνοια;
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Ρουσφέτι.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: …ρουσφέτι; Γιατί να μου κάμει ρουσφέτι;
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Γιατί να μην σου κάμει;
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: …σε ποιον άλλον θα κάνει;
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Εσένα μου είπε να ρωτήσω!
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: …και γιατί μονάχα εμένα;
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ:  Θα έχει το λόγο του!
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ; …και όλοι οι άλλοι;
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Άσε τους άλλους καπετάνιο!
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Δε μου τα λες καλά γραμματικέ.
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Θέλεις να έρθεις στο παλάτι να χορέψουμε βαλς;
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Εμείς περιμέναμε το Βασιλέα να έρθει να χορέψει το δικό μας χορό, όχι εμείς τον εδικό του.
(Οι καπεταναίοι παρατάσσονται πλάι και απέναντί τους οι γραφιάδες μεταμορφώνονται σε αυλικούς. Κάθε φορά που μιλάει ο Καπετάνιος και ο Γραμματέας-Αυλικός, ένα ζευγάρι κάνει ένα βήμα μπροστά και μιμείται τη συνομιλία).
ΑΥΛΙΚΟΣ: Είμαι απεσταλμένος του Βασιλέως.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Ο Θεός να του δίνει χρόνια.
ΑΥΛΙΚΟΣ: Ο Βασιλέας ξέρει πόσες θυσίες έκαμες για τη πατρίδα.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Όλοι το ίδιο εκάναμε.
ΑΥΛΙΚΟΣ: Εκείνος μου είπε για σένα.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Όλοι αγωνιστήκαμε για ελευθερία.
ΑΥΛΙΚΟΣ: Τι χάρη θέλεις να σου κάνει;
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Τι θα πει χάρη;
ΑΥΛΙΚΟΣ: Αυτό να πω στο Βασιλιά;
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Να πεις στο Βασιλέα και στους συμβούλους του  ότι καμιά χάρη ατομική δεν θέλω. Ότι τώρα που οι θυσίες και οι αγώνες των Ελλήνων ανθίσαν, τον καρπό θέμε να τον χαρούμεν όλοι μαζί. Ότι όλοι μαζί αγωνιστήκαμε και τα βραβεία της ελευθερίας δεν πρέπει να τα κάμει ρουσφέτι.
ΑΥΛΙΚΟΣ: Αν δεν είσαι εσύ θάναι άλλος.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Ας είναι άλλος, εγώ να μην είμαι.
(Οι αυλικοί σκορπίζουν και επανέρχονται σε διαφορετικούς συνομιλητές).
ΑΥΛΙΚΟΣ: Μπορεί ο Βασιλιάς να σου έχει εμπιστοσύνη;
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Αυτό ας το σκεφτεί ο ίδιος.
ΑΥΛΙΚΟΣ: Ότι σου πω μπορεί να μείνει μεταξύ μας;
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Ο Βασιλέας μου το ζητά ή εσύ;
ΑΥΛΙΚΟΣ: Εκείνος, εμείς είμεθα η φωνή του.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Και τι θέλει;
ΑΥΛΙΚΟΣ: Μάθε λοιπόν ότι είσαι στον κατάλογο, στη λίστα!
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Ποιον κατάλογο;
ΑΥΛΙΚΟΣ: Κι από τους πρώτους μάλιστα, επάνω επάνω.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Και τι θα πει που είμαι στον κατάλογο;
ΑΥΛΙΚΟΣ: Όλα τα δάχτυλα του χεριού είναι ίδια;
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Όχι.
ΑΥΛΙΚΟΣ: Αν δεν το νιώσετε αυτό χαθήκαμε.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Τι δηλαδή να νιώσουμε;
ΑΥΛΙΚΟΣ: Πρέπει να ξεχωρίσετε οι καλλίτεροι.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Θα γίνει αδικία μεγάλη.
ΑΥΛΙΚΟΣ: Τα πράματα είναι απλά καπετάνιο.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Όλοι ήταν άξιοι, όλοι αγωνιστήκανε!!!
ΑΥΛΙΚΟΣ: Τώρα δε θέμε παλικάρια. Τα παλικάρια χωρίς όπλα είναι άχρηστα.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Τι λες ρε γραμματέα…
ΑΥΛΙΚΟΣ: Για να μην πω και τα χειρότερα.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Ποια δηλαδή;
ΑΥΛΙΚΟΣ: Τώρα θέμε μυαλά! Κράτος! Οργάνωση! Διοίκηση!
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Ποιος λέει όχι;
ΑΥΛΙΚΟΣ: Τώρα το πρόβλημα είναι, καπετάνιο, πώς να τους πάρουμε τα όπλα! Πώς να μην έχουμε πια παλικάρια.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Εεε;
ΑΥΛΙΚΟΣ: Και μόνο εσύ μπορείς να το πετύχεις. Αλλιώς θα σφάξουμε ο ένας τον άλλον.
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Θεός φυλάξοι!
ΑΥΛΙΚΟΣ: Ο Βασιλιάς χρειάζεται εμπίστους δικούς του ανθρώπους, μυαλωμένους, άξιους, πατριώτες, τίμιους, ικανούς, γενναίους…
(Σκορπίζουν όλοι, ανακατεύονται, δυο τρεις αυλικοί πιάνουν αγκαλιά καπεταναίους και αποσύρονται. Πριν φύγουν ορμάει ο Καπετάνιος-αφηγητής βουτάει τον Αυλικό-αφηγητή και προσπαθεί να τον πνίξει. Ξεφεύγει αυτός και εξαφανίζεται με τους άλλους αυλικούς στο παλάτι. Μένουν στη σκηνή μόνο καπετάνιοι).
ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Όλοι μαζί Έλληνες!... Αυτοί δεν ήρθανε να μας κυβερνήσουνε με δικαιοσύνη αλλά με τη διχόνοια. Κι όταν μας βοηθούσανε να λευτερωθούμε, άλλα είχανε στο νου τους. Μας δώσανε όπλα να λευτερωθούμε μα τώρα που λευτερωθήκαμε δε μας θένε ελεύτερους! Τι έχουνε κατά νου και μας φοβούνται;
(Ξεκινάει ο Τσάμικος των Μάνου Χατζιδάκι, Νίκου Γκάτσου. Μπαίνουν οι χορευτές, αποθέτουν πορτραίτα ηρώων του εικοσιένα και αρχίζουν το χορό με τους καπετάνιους. Όταν τελειώσει, δεν φεύγουν αλλά κάθονται κάτω).
ΡΩΜΙΟΣ: Και δεν πολέμησαν μωρέ μόνον Έλληνες. Είχαν μαζί τους και τους Φιλέλληνες. Τον λόρδο Μπάυρον.
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Έκοψε λόρδα ο λόρδος στο Μεσολλόγγι.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Η έξοδος του Μεσολογγίου.
ΡΩΜΙΟΣ: Πολέμησαν μωρέ οι Έλληνες. Και τραγούδησαν και τις νίκες και τον χαμό. Έγραψεν ο Σολωμός…
ΡΩΜΙΑΚΙ: Ο Διονύσιος Σολωμός, εεε;
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ο εθνικός μας ποιητής.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Δικός μας αυτός. Πατριωτάκι.
ΡΩΜΙΟΣ: …και τι δεν έγραψε. Έρμο τουφέκι σκοτεινό τι σ’ έχω εγώ στο χέρι…
(Οι χορευτές έχουν απλωθεί στο χώρο και έχουν ξαπλώσει κάτω. Ακούγονται τα τρία πρώτα κομμάτια από τους Ελεύθερους πολιορκημένους του Διονύσιου Σολωμού σε μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου (το δεύτερο κομμάτι μπορεί να αντικατασταθεί από το αντίστοιχο του Χρήστου Λεοντή). Στο δεύτερο κομμάτι, αρχίζει να ξετυλίγεται ένα απρογάλαζο πανί, στενό, που το κρατούν ψηλά, πάνω από τα κεφάλια τους όσοι το πιάνουν στα χέρια τους αφού ανακαθίσουν και προωθήσουν την άκρη του στον επόμενο και σχηματίζεται ένας κοχλίας. Στο τρίτο κομμάτι σηκώνονται και χορεύουν έναν αργό τσάμικο έχοντας περάσει το πανί στη μέση τους και αποχωρούν).

4
ΡΩΜΙΑΚΙ: Ρε παιδί μου, καλά τα λέμε, αλλά θέλω κάτι ηρωικό, κάτι μεγάλο, κάτι…
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Κολοκοτρωναίικο.
ΡΩΜΙΑΚΙ: Ναι μωρέ, αλλά τότε που διαφέντευε τα βουνά κι όχι τότε που τον βάλανε στα σίδερα. Πονάει η ψυχή μου μωρέ να σκέφτομαι τον Κολοκοτρώνη στα σίδερα της φυλακής.
ΡΩΜΙΟΣ: Έχω μιαν άλλη ιδέα. Να τραγουδήσουμε και να χορέψουμε όλοι μαζί στο σκοπό που έγραψε ο Σαλονικιός Σταύρος Κουγιουμτζής, να ’τανε το ’21!
ΡΩΜΙΑΚΙ: Το 1821, εεεε; Πάμε μαέστρο.
ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Βρε το άτιμο. Φτυστό εγώ! Πάμε μανέστρο!
(Με τη φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση, ξεκινάει το τραγούδι και το χορεύουν όλοι. Τέλος).

το φινάλε από άλλη γωνία, με πιο καθαρούς τους συντελεστές που σκαρφαλώνουν στην οθόνη!

Δεν υπάρχουν σχόλια: